Βρέθηκε σε πηγάδι βορείως του ναού, από κοινού με άλλα αναθήματα του πρώιμου τεμένους του Απόλλωνα και του Ασκληπιού.
Το ομοίωμα, ένα από τα τρία που συνολικά βρέθηκαν στο Ασκληπιείο της Κορίνθου, διακρίνεται για την λεπτομερή απεικόνιση του στήθους, των θηλών και της κοιλιακής χώρας, ενώ στην πλάτη δηλώνονται, με λιγότερη λεπτομέρεια, τόσο η δεξιά ωμοπλάτη όσο και η επιμήκης αύλακα της σπονδυλικής στήλης. Τοποθετημένο προφανώς σε θρανίο ή ράφι, έστρεφε την αριστερή πλευρά του προς τον θεατή. Ο πήχης του χεριού που εμφανώς απουσιάζει θα μπορούσε να ερμηνευτεί είτε ως ένα ελλείπον, ένθετο μέλος, είτε ως ενδεχόμενη αναπηρία του αναθέτη.
Η απουσία εμφανών τραυμάτων ή κάποιας δερματικής ασθένειας ευνόησε την άποψη ότι η αφιέρωση συνδέεται με την θεραπεία ενός μη απεικονιζόμενου τραύματος ή ασθένειας που προκάλεσε στηθάγχη, όπως άσθμα, καρδιολογικά προβλήματα, ακόμη και πνευμονία. Από την άλλη, εάν η ελαφρά προβολή της ωμοπλάτης αποτελεί ένδειξη τραύματος, εξάρθρωσης ή ακόμη και κατάγματος, τότε προφανής είναι ο συσχετισμός του αναθήματος της Κορίνθου τόσο με την ιστορία της θεραπείας του πόνου στον δεξιό ώμο του Πόπλιου Γράνιου Ρούφου στο Ασκληπιείο της Λεβήνας, όσο και με το αναθηματικό ανάγλυφο του Αρχίνου από τον Ωρωπό, όπου το φίδι ενός άλλου ήρωα – θεραπευτή, του Αμφιαράου, γλύφει τον δεξί ώμο του ασθενούς για να τον θεραπεύσει.